
Αντιρρησίες συνείδησης και εναλλακτική θητεία
Η ελληνική έννομη τάξη αναγνωρίζει ως αντιρρησίες συνείδησης τους πολίτες που για λόγους συνείδησης αρνούνται να εκπληρώσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις, επικαλούμενοι τις θρησκευτικές ή ιδεολογικές τους πεποιθήσεις. Αυτοί οι λόγοι συνείδησης κρίνεται ότι θα πρέπει να απορρέουν από μία γενική αντίληψη για τη ζωή, βασισμένη σε συνειδητές θρησκευτικές, φιλοσοφικές ή ηθικές πεποιθήσεις, που εφαρμόζονται από το άτομο απαράβατα και εκδηλώνονται με τήρηση ανάλογης συμπεριφοράς.
Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 6 του Συντάγματος, κάθε πολίτης που μπορεί να φέρει όπλα, είναι υποχρεωμένος να συντελεί στην άμυνα της πατρίδας και όπως αυτό συμπληρώνεται από την ερμηνευτική δήλωση (Ψήφισμα της 6ης Απριλίου 2001 της Ζ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων), δεν αποκλείεται η νομοθετική πρόβλεψη υποχρεωτικής προσφοράς άλλων υπηρεσιών, εντός η εκτός των ενόπλων δυνάμεων, από όσους έχουν τεκμηριωμένη αντίρρηση συνείδησης για την εκτέλεση ένοπλης ή γενικά στρατιωτικής υπηρεσίας. Συνεπώς, εναπόκειται στον κοινό νομοθέτη η ρύθμιση αναφορικά με την επιβολή ή όχι υποχρεωτικής στράτευσης, καθώς και των ειδικότερων λεπτομερειών, σχετιζόμενων με την εκπλήρωσή της.
Στη χώρα μας οι πρώτοι μη θρησκευτικοί αντιρρησίες συνείδησης αναδείχθηκαν το 1986 με την ελληνική έννομη τάξη να τηρεί τιμωρητική στάση, παρά το ισχυρό κίνημα συμπαράστασης που αναπτύχθηκε υπέρ των καταδικασθέντων αντιρρησιών συνείδησης, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς. Τον Ιούνιο του 1997 και με καθυστέρηση δεκαετιών συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη, ψηφίστηκε ο ν. 2510/1997, ο οποίος εισήγαγε μία μορφή πολιτικής κοινωνικής υπηρεσίας ως εναλλακτικής της στρατιωτικής. Με το νόμο αυτό διατυπώθηκε για πρώτη φορά ο όρος «αντιρρησίας συνείδησης», χωρίς όμως να αναγνωρίζεται ουσιαστικά ως ατομικό δικαίωμα, κυρίως λόγω της μεγάλης διάρκειας (36 μήνες) της κοινωνικής θητείας που θεσπίσθηκε. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ καταδίκασαν τη στάση αυτή της Ελλάδας, καθώς αντέβαινε ρητά στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και στο Διεθνές Σύμφωνο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, παραβιάζοντας το ατομικό δικαίωμα των αντιρρησιών συνείδησης στη μη στράτευση.
Σήμερα το ζήτημα των αντιρρησιών συνείδησης ρυθμίζεται κατά βάση με το ν. 3421/2005, κατ’ εφαρμογή του οποίου με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας και ύστερα από σχετική γνωμοδότηση Ειδικής Επιτροπής, οι ενδιαφερόμενοι που τελικά υπάγονται στους αντιρρησίες συνείδησης εκπληρώνουν εναλλακτική υπηρεσία σε φορείς του δημοσίου τομέα, παρέχοντας υπηρεσίες κοινής ωφέλειας σε περιοχές εκτός της περιφέρειας της κατοικίας τους.
Το Σεπτέμβριο του 2019 με Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υφυπουργών Οικονομικών και Εθνικής Άμυνας η διάρκεια της εναλλακτικής υπηρεσίας διαμορφώθηκε ως εξής:
α. δεκαπέντε (15) μήνες, για όσους θα ήταν υπόχρεοι πλήρους στρατεύσιμης στρατιωτικής υποχρέωσης, αν υπηρετούσαν ενόπλως,
β. δώδεκα (12) μήνες, για όσους θα ήταν υπόχρεοι μειωμένης στρατεύσιμης στρατιωτικής υποχρέωσης εννέα (9) μηνών, αν υπηρετούσαν ενόπλως,
γ. εννέα (9) μήνες, για όσους θα ήταν υπόχρεοι μειωμένης στρατεύσιμης στρατιωτικής υποχρέωσης έξι (6) μηνών, αν υπηρετούσαν ενόπλως και
δ. πέντε (5) μήνες, για όσους θα απολύονταν οριστικά από τις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων, αν εκπλήρωναν ενόπλως τη στρατεύσιμη στρατιωτική τους υποχρέωση, μετά τη συμπλήρωση χρόνου πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας τριών (3) μηνών.
Επιπλέον, με το ν. 3883/2010 παρέχεται η δυνατότητα σε όσους αναγνωρισθούν ως αντιρρησίες συνείδησης και έχουν συμπληρώσει το τριακοστό τρίτο (33ο) έτος της ηλικίας τους, να εξαγοράσουν το υπόλοιπο της στρατιωτικής τους υπηρεσίας, αφού εκπληρώσουν εναλλακτική υπηρεσία είκοσι (20) ημερών.
Για την υπαγωγή στις διατάξεις της εναλλακτικής υπηρεσίας, σύμφωνα με σχετική απόφαση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, οι ενδιαφερόμενοι καλούνται να υποβάλουν αίτηση αναγνώρισής τους ως αντιρρησίες συνείδησης με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά στο αρμόδιο Στρατολογικό Γραφείο, οι μεν στρατεύσιμοι από την ημερομηνία πρόσκλησής τους για κατάταξη στις ένοπλες δυνάμεις μέχρι την ημερομηνία κατάταξης και οι δε ανυπότακτοι μετά τη διακοπή της ανυποταξίας τους και μέχρι την ημερομηνία που υποχρεούνται να καταταγούν. Στη συνέχεια, οι ενδιαφερόμενοι παραπέμπονται στην αρμόδια υγειονομική επιτροπή των ενόπλων δυνάμεων για εξέταση της σωματικής τους ικανότητας και όσοι από αυτούς κριθούν ακατάλληλοι (Ι/5), απαλλάσσονται από την υποχρέωση στράτευσης και δεν προχωρούν στη διαδικασία αναγνώρισής τους ως αντιρρησίες συνείδησης. Εκείνοι, των οποίων το αίτημα απορρίπτεται, υποχρεούνται για κατάταξη στις Ένοπλες δυνάμεις με την πρώτη εκπαιδευτική σειρά στρατευσίμων, μετά την παρέλευση ενός μήνα από την έκδοση της σχετικής απόφασης.
Εντούτοις, παρά τη θέσπιση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου, τα αιτήματα για εκπλήρωση εναλλακτικής πολιτικής θητείας απορρίπτονται συλλήβδην από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας για τους μη θρησκευτικούς αντιρρησίες συνείδησης, καταλήγοντας έτσι στην απαξίωση του θεσμού. Επιπλέον, η προσφάτως εκδοθείσα ΚΥΑ που αύξησε τη διάρκεια της εναλλακτικής υπηρεσίας από δώδεκα (12) σε δεκαπέντε (15) μήνες, προκάλεσε αντιδράσεις, θεωρούμενη ως δυσανάλογη και δυσμενής εναλλακτική λύση έναντι της στρατιωτικής θητείας. Για το λόγο αυτό η Διεθνής Αμνηστία καλεί τις ελληνικές αρχές να ανακαλέσουν την απόφαση αυτή, η οποία αντιβαίνει στο διεθνές δίκαιο και σε όλα τα διεθνή και ευρωπαϊκά πρότυπα, και να εργαστούν προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσης του σχετικού νομοθετικού πλαισίου, ευθυγραμμιζόμενες με τις συστάσεις των διεθνών οργάνων ανθρώπινων δικαιωμάτων και τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.





